Στα επόμενα 3 λεπτά θα μάθεις:

-Πώς επηρεάζει η τεχνολογία την οικογενειακής ζωή.
-Τι είναι το “technoference”.


«Δεν μπορώ να μείνω μακριά από το τηλέφωνό μου», έγραψε ο Ian Sherr του CNET πέρυσι. «Και φοβάμαι ότι πληγώνει τον δίχρονο γιο μου». Ο Sherr έδωσε φωνή σε μια σημαντική νέα εξέλιξη στις συζητήσεις που γίνονται για τον χρόνο που περνάει μία οικογένεια πάνω από την οθόνη.

Καθώς τα τελευταία χρόνια έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τις συνέπειες  που έχει φέρει η εισχώρηση της τεχνολογίας σε κάθε πτυχή της ζωής μας, η συζήτηση για τον χρόνο που αφιερώνει μία οικογένεια μπροστά στην οθόνη έχει επικεντρωθεί κυρίως στα παιδιά και στους εφήβους. Και βέβαια αυτό το θέμα είναι πολύ σημαντικό. Γνωρίζουμε πια ότι η χρήση της οθόνης μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών. Γνωρίζουμε ότι συνδέεται με προβλήματα προσοχής, δυσκολίες κοινωνικής αλληλεπίδρασης και ακόμη, με μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονιών.

Αλλά τώρα, ανακαλύπτουμε το πώς η καθημερινή χρήση της οθόνης από τους γονείς επηρεάζει τα παιδιά. Και όπως υποψιάζεται ο Sherr, δεν είναι κάτι καλό. Σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο ενός παιδιού, η παρουσία οθονών – ο όρος είναι “technoference” – έχει βαθιές συνέπειες. Το Hunter College και το Graduate Center στο The City University της Νέας Υόρκης διεξήγαγαν μια μελέτη δημιουργώντας μια ψηφιακή έκδοση του παραδείγματος Still Face. Το Still face είναι ένα φαινόμενο που χρονολογείται από το 1975, όταν ο αναπτυξιακός ψυχολόγος Έντουαρντ Τρόνικ έδειξε ότι μετά από λίγα λεπτά συνύπαρξης με μια  ανέκφραστη μητέρα, ένα βρέφος «σοβαρεύει… γίνεται επιφυλακτικό… και προσανατολίζει το πρόσωπο και το σώμα του μακριά από τη μητέρα του με μια αποσυρμένη, απελπιστική έκφραση στο πρόσωπο του. ” Δεν είναι ότι η μητέρα απουσιάζει. Είναι εκεί, αλλά όχι εκεί. Είναι μια σχεδόν τέλεια περιγραφή του τι κάνουν οι οθόνες στην ανθρώπινη συνύπαρξη. Και όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές στην ανανεωμένη ψηφιακή έρευνα, τα αποτελέσματα ήταν σε μεγάλο βαθμό τα ίδια. Ενώ οι μητέρες ασχολούνταν με την συσκευή τους, τα βρέφη ήταν πιο παθητικά, εξερεύνησαν το περιβάλλον τους λιγότερο καιβίωσαν μικρότερη συναισθηματική ανάκαμψη όταν οι μητέρες έβαλαν τις οθόνες κάτω. “Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι, όπως και άλλες μορφές μητρικής απόσυρσης και μη ανταπόκρισης, η χρήση κινητών συσκευών μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνική-συναισθηματική λειτουργία των βρεφών και στις αλληλεπιδράσεις γονέα-παιδιού”, δήλωσε η μια από τους συγγραφείς της μελέτης Tracy Dennis-Tiwary.

Μια άλλη μελέτη δείχνει πώς η χρήση της οθόνης επηρεάζει τη σχέση, από την πλευρά των γονέων. Ερευνητές στο Τμήμα Παιδιατρικής του Ιατρικού Κέντρου της Βοστώνης παρατήρησαν κηδεμόνες και παιδιά σε δεκαπέντε εστιατόρια φαστ φουντ, στη γειτονιά της Βοστώνης, με σκοπό να παρατηρήσουν πώς η χρήση των συσκευών από τον κηδεμόνα άλλαξε τις αλληλεπιδράσεις του με το παιδί. Τα αποτελέσματα; «Οι κηδεμόνες που ήταν απορροφημένοι από τις ηλεκτρονικές συσκευές συχνά αγνοούσαν τα παιδιά και όταν συνυπήρχαν μαζί τους μιλούσαν με έναν επιθετικό τόνο φωνής, έδιναν επαναλαμβανόμενες οδηγίες με ένα ρομποτικό τρόπο, φαίνονταν να αδιαφορούν για τις εκφραστικές ανάγκες του παιδιού ή απαντούσαν με σωματικές κινήσεις (Μια ενήλικη γυναίκα κλώτσησε το πόδι του παιδιού κάτω από το τραπέζι, μία άλλη γυναίκα έσπρωξε το χέρι ενός νεαρού αγοριού όταν προσπαθούσε, επανειλημμένα, να την κάνει να σηκώσει το πρόσωπό της από την οθόνη του tablet). Σε γενικές γραμμές, «οι πολύ απορροφημένοι κηδεμόνες συχνά ανταποκρίθηκαν σκληρά στην κακή συμπεριφορά των παιδιών» Είναι σαν να μην μπορούσαν να ανεχθούν την διακοπή του εθισμού τους στην οθόνη.

Γνωρίζουμε λοιπόν ότι η χρήση της οθόνης από τους γονείς επηρεάζει τις αλληλεπιδράσεις τους με τα παιδιά τους, αλλά τι αντίκτυπο έχει αυτό στη συμπεριφορά των παιδιών; Αυτό ακριβώς ξεκίνησαν να εξερευνήσουν το Illinois State και το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Ενώ ήταν μια επισκοπική έρευνα, βασισμένη στην αυτο-αναφορά των γονεων, η έρευνά τους αποκάλυψε προβληματική επαφή των μελών. «Καταφέραμε να αποδείξουμε  ότι ακόμα και η ελάχιστη, μέχρι και η κανονική καθημερινή χρήση των ηλεκτρονικών συσκευών μπορεί να σχετίζεται με την προβληματική συμπεριφορά των παιδιών, κάτι το οποίο μπορεί να έχει μεγάλη σημασία για τη δημόσια υγεία», έγραψαν οι συγγραφείς της μελέτης. Η μελέτη σημείωσε επίσης ότι 48% των γονέων αναγνώριζαν την καθημερινή διακοπή της επικοινωνίας τους με τα παιδιά τους λόγω των ηλεκτρονικών συσκευών και μόνο το 11% δήλωσε ότι ήταν απαλλαγμένο από τις ηλεκτρονικές συσκευές.

Είναι λογικό η κακή συμπεριφορά των παιδιών μας, να μας αγχώνει. Και πού στρεφόμαστε όταν είμαστε αγχωμένοι; Στις συσκευές μας, οι οποίες δημιουργούν ένα είδος τεχνολογικής ασπίδας «Τα αποτελέσματα μας υποδηλώνουν ότι τα κινητά τηλέφωνα και άλλες ψηφιακές δραστηριότητες χρησιμοποιούνται από τους γονείς ως καταπολέμηση άγχους», γράφουν οι συγγραφείς, «αλλά ταυτόχρονα αναβάλλουν τις ευκαιρίες για σύνδεση γονέα-παιδιού, οι οποίες είναι σημαντικές για την υγεία και την ανάπτυξη των παιδιών»

Τα παιδιά μπορεί να μην γνωρίζουν ότι είναι η πρώτη γενιά που πρέπει να ανταγωνιστεί την «technoference», αλλά ξέρουν ότι δεν τους αρέσει. Πέρυσι, μια δασκάλα της Β’ δημοτικού, στη Λουιζιάνα έδωσε στους μαθητές της μια αποστολή, να γράψουν για εφευρέσεις που εύχονται να μην είχαν ανακαλυφθεί. Τέσσερα από τα 21  παιδιά επέλεξαν το «smartphone». «Δεν μου αρέσει το τηλέφωνο επειδή οι γονείς μου βρίσκονται στο τηλέφωνό τους κάθε μέρα», έγραψε κάποιος. «Μισώ το τηλέφωνο της μαμάς μου και εύχομαι να μην είχε ποτέ».

Παράλληλα, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι αυτή είναι όλο και περισσότερο η επικρατούσα άποψη του συνόλου των πολύ νέων ανθρώπων. Η κλινική ψυχολόγος Catherine Steiner είναι η συγγραφέας του «The Big Disconnect: Protecting Childhood and Family Relationships in the Digital Age». Για χάρη του βιβλίου της, πήρε συνέντευξη από 1.000 παιδιά, γονείς και δασκάλους για το πώς ένιωθαν για το ρόλο που έπαιζαν οι οθόνες στη ζωή τους. «Τα παιδιά όλων των ηλικιών – 2, 15, 18, 22 – χρησιμοποίησαν τις ίδιες φράσεις για να μιλήσουν για το πόσο δύσκολο είναι να λάβουν την προσοχή των γονιών τους όταν τη χρειάζονται: λυπημένος, θυμωμένος, έξαλλος, απογοητευμένος», είπε ο Steiner. Διαμαρτύρονταν ότι οι γονείς τους ήταν εστιασμένοι στις ηλεκτρονικές συσκευές τους «σαν μια χορωδία ενός παιδιού όλων των ηλικιών,  που μιλάει για έναν καινούργιο αδελφικό ανταγωνισμό, μόνο που ο ανταγωνισμός δεν είναι μεταξύ ενός παλιού και ενός καινούργιου οικογενειακού μέλους- είναι μια νέα οθόνη, είναι μια συσκευή».

Και το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Σε μια μεγάλη διεθνή έρευνα που πήραν μέρος πάνω από 6.000 γονείς και παιδιά από χώρες της Βόρειας Αμερικής, της Νότιας Αμερικής, της Ασίας και της Ευρώπης, πάνω από τα μισά παιδιά δήλωσαν ότι οι γονείς τους περνούσαν περισσότερο χρόνο με τις συσκευές τους και το 32% των παιδιών ανέφερε ότι το αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς τα έκανε να αισθάνονται «ασήμαντα».

Και μερικά παιδιά αντιδρούν. Πέρυσι στο Αμβούργο της Γερμανίας, ο 7χρονος Emil Rustige, με την ενθάρρυνση των γονιών του, διοργάνωσε μια διαμαρτυρία, στην οποία μαζεύτηκαν 150 άτομα για να διαδηλώσουν ομόφωνα το επακόλουθο σύνθημα: «Παίξτε μαζί μου, όχι με τα κινητά σας τηλέφωνα!» Η πρώτη διαδήλωση ήταν επιτυχής. «Δεν μου αρέσει ο πατέρας μου να παίζει  συνέχεια με το  κινητό του», δήλωσε η 6χρονη διαδηλώτρια Ylvi Schmitt στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeiner. Ο πατέρας της, που ήταν επίσης παρών, αναγνώρισε ότι έπρεπε να «ρίξει μια γενναία ματιά στον εαυτό του».

Όλοι το κάνουμε – και όχι μόνο μεμονωμένα, αλλά συλλογικά. Αυτό δεν είναι μόνο ένα μεμονωμένο, ατομικό θέμα συμπεριφοράς. Είναι ζήτημα δημόσιας υγείας. Γι’αυτό, ήταν ευχάριστα νέα το γεγονός ότι το Μάντσεστερ έγινε η πρώτη πόλη στο Ηνωμένο Βασίλειο που εισήγαγε ένα πρόγραμμα δημόσιας υγείας που αφορά το «technoference» μεταξύ γονέων και παιδιών. «Αν ρίξετε μία ματιά στις περιοχές Μάντσεστερ και Σάλφορντ θα δείτε έντονες προσπάθειες από τη μεριά των παιδιών να μπορέσουν να επικοινωνήσουν με τον ενήλικα που είναι μαζί τους και τους αγνοεί», δήλωσε η Μισέλ Μόρις, θεραπευτής ομιλίας και σύμβουλος στο Salford Royal NHS Foundation Trust. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει και μηνύματα υπενθύμισης (Ε εσύ, πρέπει να να προσεγγίσεις τους ανθρώπους εκεί όπου βρίσκονται) για να υπενθυμίζει στους γονείς τη σημασία της κοινωνικής επαφής, αλλά και για να παρέχει πρακτικές συμβουλές για το πώς να την πραγματοποιήσουν, καθώς και εκπαίδευση για γονείς από επαγγελματίες υγείας. 

Είναι βέβαιο ότι χρειάζεται να διευρύνουμε τη συζήτηση σχετικά με τις ηλεκτρονικες οθόνες και τις οικογένειες. Και πρέπει να το κάνουμε με τρόπο που να αναγνωρίζει τις σοβαρές συνέπειες του τι συμβαίνει, αλλά χωρίς να ντροπιάζουμε τους γονείς. Μια ολόκληρη γενιά δεν ξύπνησε μια μέρα και αποφάσισε να γίνουν απόμακροι και αποσυντονισμένοι γονείς. Αντιθέτως, η ευαισθητοποίηση σχετικά με την αξία της γονεϊκής εμπλοκής με τα μωρά και τα παιδιά, την επαφή, τη συνομιλία, την ανάγνωση, το παιχνίδι, δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη. Ναι, η ανατροφή των παιδιών μπορεί να είναι κουραστική, αλλά τώρα είναι η χρυσή εποχή της ανατροφής τους. Ή τουλάχιστον η χρυσή εποχή της γονεϊκής ευαισθητοποίησης και δέσμευσης. Επειδή την ίδια στιγμή που ανακαλύψαμε τι πραγματικά κάνει τα παιδιά να ανθίζουν, συγχρόνως ήρθε αυτή η άλλη κατάσταση -με τη μορφή αυτών των εξαιρετικά ισχυρών και σαγηνευτικών συσκευών- που καθιστά πιο δύσκολο από ποτέ να δώσουμε στα παιδιά μας την προσοχή που γνωρίζουμε ότι χρειάζονται. Η τεχνολογία έχει γίνει ένα ακόμη μέλος της οικογένειάς μας, αλλά και μια μορφή καταφύγιου στο οποίο απευθυνόμαστε για πολλούς λόγους, συμπεριλαμβανομένης της ανακούφισης του αναπόφευκτου στρες που προκαλείται από τις προκλήσεις των άλλων μελών της οικογένειας.

Το ερώτημα είναι πώς να μετατρέψουμε αυτήν την ευαισθητοποίηση σε πράξη. Η ακινητοποίηση δεν είναι λύση. Αλλά μπορούμε να ρωτήσουμε: «Πώς μπορώ να βρω έναν θετικό για το παιδί μου τρόπο να το χρησιμοποιήσω;» Για τον Ian Sherr, του οποίου οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις που είχε η χρήση του τηλεφώνου του στον γιο του, Theodore, το όλο θέμα αφορά την την ισορροπία. «Αν ο Theodore παίζει μόνος του, τότε είναι εντάξει για μένα να πιάσω το τηλέφωνό μου ή να πάρω μια ανασα», γράφει. «Αλλά οφείλω να το χειριστώ σωστά. Μπορώ να παίξω στο τηλέφωνό μου και ταυτόχρονα να κάνω τακτικά διαλείμματα για να σιγουρευτώ οτι ο γιος μου ειναι εντάξει, να του πω ότι το βαγονι του τρένου που έχει κατασκευάσει είναι τέλειο, να τον αγκαλιάσω και μετά μπορώ να επιστρέψω σε αυτό που έκανα».

Αυτό που με κρατάει θετική είναι τα σημάδια ότι, ανεξάρτητα από το τι κάνουμε, η επόμενη γενιά θα είναι ακόμη πιο προετοιμασμένη. Δείτε πώς η Sherry Turkle, καθηγήτρια του MIT και συγγραφέας του «Reclaiming Conversation», περιέγραψε αυτό που της είπε ένα 15χρονο αγόρι. «Κάποια μέρα ήθελε να έχει την δικιά του οικογένεια, αλλά δεν ήθελε η μελλοντική του οικογένεια να μεγαλώσει με τον τρόπο που τον μεγαλώνουν οι γονείς του (με τα τηλέφωνα στο χέρι κατά τη διάρκεια των γευμάτων, στο πάρκο και κατά τη διάρκεια των αθλητικών εκδηλώσεων του σχολείου του), αλλά με τον τρόπο που οι γονείς του πιστεύουν ότι τον μεγαλώνουν – χωρίς τα τηλέφωνα στα γεύματα και με άφθονη οικογενειακή συνομιλία. “

Όπως έγραψε η νέα ποιήτρια Mary Oliver, «η προσοχή είναι η αρχή της αφοσίωσης». Είναι επίσης ο πυρήνας όλων όσων μας κάνουν να ακμάζουμε. Είναι η γέφυρα μεταξύ ημών και της υπόλοιπης ανθρωπότητας. Και στις οικογένειές μας πρέπει να διασφαλιστεί η προσοχή.

Διάβασε ακόμα:

Όσα μπορεί να κρύβονται πίσω από τα θυμωμένα παιδιά

8 τρόποι για να θέσεις όρια στη σχέση των παιδιών σου με την τεχνολογία

Author(s)

  • Arianna Huffington

    Ιδρύτρια του Thrive Global

    Η Arianna Huffington είναι επιχειρηματίας και συγγραφέας 15 βιβλίων, συμπεριλαμβανομένων των παγκόσμιων best seller “Thrive” και “The Sleep Revolution”. Το 2005 δημιούργησε την Huffington Post, ένα site που σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε ένα από τα μεγαλύτερα του κόσμου. Το 2016, αποχώρησε από την Huffington Post για να ιδρύσει το Thrive Global, με στόχο να αλλάξει τον τρόπο που δουλεύουμε και ζούμε. Έχει ανακηρυχθεί από το Time Magazine και το Forbes ως μία από τις πιο ισχυρές γυναίκες του πλανήτη.