Στα επόμενα 2 λεπτά θα μάθεις:
-Πώς το coaching γεφυρώνει τις γεωγραφικές αποστάσεις.
-Ποιο είναι το σημείο κλειδί για το coaching και την ψυχοθεραπεία.
Στην σημερινή εποχή, τα όρια μεταξύ του coaching και της ψυχοθεραπείας φαίνεται να είναι αρκετά κοντά μεταξύ τους, ωστόσο στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει αυτό. Αν σκέφτεσαι να ζητήσεις την υποστήριξη κάποιου ειδικού, τα παρακάτω σημεία θα σε βοηθήσουν να ξεκαθαρίσεις το τοπίο και να πάρεις τη σωστή απόφαση, αυτή που θα σου φέρει τα αποτελέσματα που επιθυμείς.
1.Η μορφή των συνεδριών coaching και ψυχοθεραπείας
Ξεκινώντας από τα κοινά σημεία, οι συναντήσεις (συνεδρίες), είναι προσωπικές ανάμεσα στον coach και τον coachee ή αντίστοιχα ανάμεσα στον θεραπευτή και τον θεραπευόμενο. Έχουν μια περιοδικότητα που είναι προσυμφωνημένη και διάρκεια περίπου μιας ώρας. Η εχεμύθεια είναι εξασφαλισμένη μέσα από τον κώδικα δεοντολογίας και των δυο επαγγελμάτων και είναι απαραίτητη για να δημιουργηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης. Οι συνεδρίες coaching μπορούν να είναι απόλυτα αποτελεσματικές όταν γίνονται μέσω διαδικτύου και έτσι η τεχνολογία μπορεί να γεφυρώσει το όποιο γεωγραφικό χάσμα υπάρχει ανάμεσα στον τόπο κατοικίας του coach και του coachee. Αυτό παρέχει τη δυνατότητα στον coachee να επιλέξει έναν coach που δραστηριοποιείται οπουδήποτε στον κόσμο και αντίστοιχα σε εμάς τους coaches να μπορούμε να προσφέρουμε όφελος σε ενδιαφερόμενους όπου κι αν βρίσκονται. Επιπλέον, σε κάποιες χώρες, όχι ακόμα στην Ελλάδα, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες οι συνεδρίες μέσω τηλεφώνου, ενώ κάτι αντίστοιχο δεν συνιστάται στην ψυχοθεραπεία.
2.Το coaching είναι χρονικά προσδιορισμένο
O coach και ο coachee αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα του να θέτεις όρια και οι συνεδρίες ξεκινούν έχοντας ξεκαθαρίσει το πλαίσιο συνεργασίας και τις προσδοκίες και των δυο μερών. Η εξέλιξη των συνεδριών coaching έχει αρχή, μέση και τέλος και τα επιθυμητά αποτελέσματα επιτυγχάνονται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα που δεν είναι περισσότερο από λίγους μήνες. Ενδεικτικά, ένα μέσο πρόγραμμα coaching μπορεί να ολοκληρωθεί σε δέκα συναντήσεις. Όλα αυτά τα δεδομένα έχουν καταγραφεί με σαφήνεια και έχουν γίνει κοινώς αποδεκτά μέσα σε ένα “συμβόλαιο” που διέπει τη συνεργασία και στόχο έχει να εξασφαλίζει μετρήσιμα και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στην ψυχοθεραπεία καθώς το “συμβόλαιο” γνωστοποιείται και γίνεται σαφές στον θεραπευόμενο. Στο πλαίσιο όμως της ψυχοθεραπείας και καθώς “ανοίγουν” διάφορα θέματα ο τελικός στόχος δεν είναι πάντα ξεκάθαρος καθώς χρειάζεται να εστιάσει ο θεραπευτής και στην επούλωση ψυχικών τραυμάτων του θεραπευόμενου. Μια επίσης σημαντική διαφορά σε σχέση με το coaching είναι ότι η διάρκεια της ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας δεν είναι προκαθορισμένη και είναι πιθανό να απαιτηθεί πολύ περισσότερος χρόνος προκειμένου να αρχίσουν να φαίνονται τα πρώτα αποτελέσματα της ψυχοθεραπείας.
3.Το coaching έχει ξεκάθαρους στόχους και μετρήσιμα αποτελέσματα
Η βάση του coaching είναι η στοχοθεσία (goal setting) και η εξεύρεση των καταλληλότερων λύσεων για την επίτευξή τους. Υπάρχουν σαφείς στόχοι τους οποίους έχει ορίσει ο ίδιος ο coachee και μαζί με τον coach εργάζονται προς την κατεύθυνση της επίτευξής τους μέσα από την υλοποίηση ενός πλάνου ενεργειών. Είναι μια μέθοδος προσανατολισμένη στα αποτελέσματα (results oriented) και η κάθε συνάντηση έχει τον δικό της στόχο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μια διαρκής και μετρήσιμη πρόοδος. Το coaching είναι προσανατολισμένο στη δημιουργία του ιδανικού μέλλοντος που ο coachee επιθυμεί, έχοντας ως αφετηρία το παρόν. Δεν αναλύει το παρελθόν τόσο πολύ όπως συμβαίνει στις περισσότερες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις.
4.Το coaching απευθύνεται σε ψυχικά υγιείς ανθρώπους
Για να είναι αποτελεσματικές οι τεχνικές coaching, χρειάζεται οι coachees να διαθέτουν ήδη έναν βαθμό αυτογνωσίας και αυτοπαρακίνησης, στοιχεία απαραίτητα προκειμένου να καθοριστούν σαφείς και ρεαλιστικοί στόχοι προς την υλοποίηση των οποίων θα συνεργαστούν στενά ο coach με τον coachee. Το coaching δεν είναι μια θεραπευτική μέθοδος όπως η ψυχοθεραπεία και δεν είναι η κατάλληλη μέθοδος εάν ο ενδιαφερόμενος έχει ως ζητούμενο την επούλωση τραυμάτων από εμπειρίες του παρελθόντος. Σε αυτήν την περίπτωση, ο σωστά εκπαιδευμένος και ηθικός coach οφείλει να μην αναλάβει ο ίδιος αλλά να παραπέμψει τον ενδιαφερόμενο στον κατάλληλο ειδικό θεραπευτή.
5.Οι ερωτήσεις: Το σημείο κλειδί
Τόσο το coaching όσο και η ψυχοθεραπεία βασίζονται στις ερωτήσεις, οι οποίες είναι κατάλληλα διαμορφωμένες έτσι ώστε να ενεργοποιήσουν τον εσωτερικό διάλογο του coachee ή του θεραπευόμενου. Το coaching συνδυάζει επιρροές από τον Σωκράτη και την μαιευτική, τον Αριστοτέλη και το τρίπτυχο της ευτυχίας: χαρά – νόημα – σκοπός, τον Alfred Adler (το μέλλον και το όραμα ως κίνητρο), την ανθρωπιστική ψυχολογία (τα θετικά συναισθήματα μας επιτρέπουν να οραματιστούμε), την ψυχοθεραπεία, καθώς και άλλες κοινωνικές επιστήμες. Στην ψυχοθεραπεια οι ερωτήσεις συχνά έχουν ως σκοπό να βοηθήσουν το άτομο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και να συνειδητοποιήσει τις σχέσεις του με τους σημαντικούς άλλους αλλά και τι ακριβώς τον προβηματίζει στη ζωή του και ως εκ τούτου να προχωρήσει σε αλλαγές απαραίτητες για τη εξέλιξή του και την ψυχική του ισορροπία.
Αυτό που εμένα προσωπικά με κέρδισε στο coaching από την αρχή, είναι η έμφαση που δίνεται στη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου και η εμπιστοσύνη στο ότι γνωρίζει ο ίδιος τις απαντήσεις και τις επιλογές που θα τον ωφελήσουν. Άρα μιλάμε για μια μέθοδο που δεν είναι ιδιαίτερα καθοδηγητική αλλά κυρίως ενδυναμωτική, έτσι ώστε ο κάθε ένας που ωφελείται μέσα από αυτή τη διαδικασία να μπορέσει να αισθανθεί περισσότερη αυτοπεποίθηση και να κινήσει ο ίδιος τα νήματα της ζωής του με στόχο την επιτυχία, την ισορροπία και τελικά τη βαθιά ικανοποίησή του. Αυτό φυσικά σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνει την ανάγκη για ψυχοθεραπεία που συχνά είναι το μόνο αποτελεσματικό μονοπάτι που θα τον οδηγήσει στην κατάκτηση της ψυχικής του ισορροπίας.