Στα επόμενα 3 λεπτά θα μάθεις:

-Από πού προέρχεται το δείγμα της έρευνας.
-Ποια αποτελέσματα είναι αντιφατικά.


Η επίδραση της πανδημίας COVID-19 στη λειτουργία των ελληνικών επιχειρήσεων αποτέλεσε το ειδικό θέμα της έρευνας RCI (Recruitment Confidence Index – Δείκτης Τάσεων Αγοράς Εργασίας) για το β’ εξάμηνο του 2020. Ο Δείκτης RCI (Recruitment Confidence Index – Δείκτης Τάσεων Αγοράς Εργασίας) είναι μία έρευνα καταγραφής τάσεων στην αγορά εργασίας, ιδιαίτερα σε σχέση με ενέργειες προσέλκυσης και επιλογής προσωπικού. Αποτυπώνει το «κλίμα» ειδικά μεταξύ των στελεχών τμημάτων διοίκησης προσωπικού του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και παρέχει μία βασική πηγή πληροφόρησης για την κινητικότητα στην αγορά εργασίας το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. 

Η ταυτότητα της έρευνας

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το τμήμα Εφαρμοσμένης Έρευνας και Καινοτομίας του Alba Graduate Business School, The American College of Greece, το χρονικό διάστημα 7 Δεκεμβρίου 2020 – 12 Ιανουαρίου 2021. Σκοπός της έρευνας είναι η παρουσίαση των προσδοκώμενων τάσεων στην πρόσληψη προσωπικού και συγχρόνως η ανάλυση της υπάρχουσας κατάστασης των εταιρειών στην χώρα μας. Με τον τρόπο αυτό, το αντικείμενο της έρευνας επικεντρώνεται στην προκαταρκτική απεικόνιση των διαδικασιών προσέλκυσης και επιλογής προσωπικού στις επιχειρήσεις που εδρεύουν στην Ελλάδα.

Από τα δημογραφικά στοιχεία προκύπτει ότι το δείγμα της έρευνας παρουσιάζει ικανή αντιπροσωπευτικότητα του ιδιωτικού τομέα της ελληνικής οικονομίας – πάνω από το 90% των οργανισμών που συμμετείχαν δήλωσαν ότι δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα. Η πλειοψηφία προέρχεται από τους κλάδους των υπηρεσιών (24,4%), εμπορίου (9,9%), πληροφορικής/ τηλεπικοινωνιών (9,9%), τουρισμού/ εστίασης (9,9%) και φαρμάκου/ υπηρεσιών υγείας (8,7%). Από τους κλάδους της βιομηχανίας και των κατασκευών προέρχεται συνολικά το 13,9% των εταιρειών που συμμετείχαν.

Τα ευρήματα της έρευνας

Σχετικά με το ειδικό θέμα της κρίσης που επέφερε η πανδημία COVID-19 επιβεβαιώνονται τα αποτελέσματα της προηγούμενης μέτρησης του α’ εξαμήνου του 2020. Οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να επηρεάζονται «Πολύ» (μάλιστα περισσότερο από την προηγούμενη μέτρηση), ενώ οι συμμετέχοντες στην έρευνα εκτιμούν ότι θα επανέλθουν σε «προ-COVID-19» ρυθμούς αρκετά αργότερα (οι περισσότεροι υπολογίζουν ότι θα χρειαστεί πάνω από ένα έτος από σήμερα) σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση. Ωστόσο, δηλώνουν ότι επηρεάζονται πλέον λιγότερο αρνητικά, ενώ πιστεύουν ότι η μελλοντική άνοδος της οικονομικής τους δραστηριότητας θα είναι ακόμη μεγαλύτερη απ’ ό,τι πίστευαν στην προηγούμενη μέτρηση.

Covid-19 και ελληνικές επιχειρήσεις: επιπτώσεις και τηλεργασία

Είναι ξεκάθαρο ότι η πανδημία COVID-19 εξακολουθεί να επηρεάζει σημαντικά τη λειτουργία των ελληνικών επιχειρήσεων: λιγότερο από το 10% δηλώνει ότι η πανδημία τους επηρέασε «Σχεδόν καθόλου» ή «Καθόλου». Ωστόσο, εμφανίζονται σημαντικές ποιοτικές διαφορές σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση (α’ εξάμηνο 2020). Οι επιχειρήσεις εμφανίζονται πλέον να επηρεάζονται «Πολύ» (άνοδος σε 40,4% από 30,3% στην προηγούμενη μέτρηση) και όχι «Λίγο» (πτώση σε 26,1% από 36,8%), ενώ εμφανίζεται και μία ποιοτική διαφοροποίηση: ενώ το προηγούμενο εξάμηνο οι επιχειρήσεις δήλωναν ότι επηρεάστηκαν περισσότερο «Αρνητικά» (το 48,7%) και δευτερευόντως «Και θετικά – και αρνητικά» (το 30,3%), πλέον τα ποσοστά αυτά έχουν σχεδόν αντιστραφεί με τις περισσότερες επιχειρήσεις να δηλώνουν ότι επηρεάστηκαν «Και θετικά – και αρνητικά» (το 40,4%) και λιγότερες «Αρνητικά» (το 34,8%). Αναφορικά με τα μέρη της λειτουργίας των επιχειρήσεων που επηρεάστηκαν περισσότερο, η σειρά βαρύτητας παραμένει η ίδια με μικρές αυξομειώσεις ποσοστών: περισσότερο εξακολουθεί να έχει επηρεαστεί ο τρόπος εργασίας του προσωπικού (33,3% από 29,5%), και ακολουθούν οι πωλήσεις (29,9% από 26,2%), η ρευστότητα (15,9% από 18,6%), η εσωτερική λειτουργία – «γραμμή παραγωγής» (9,3% από 13,7%) και οι προμήθειες (9,3% από 10,9%)

Όσον αφορά την άποψη των στελεχών για την εξ αποστάσεως εργασία, συνεχίζεται η «επαμφοτεριζουσα» στάση που είχε καταγραφεί και στην προηγούμενη έρευνα RCI 2020A. Έτσι, στην εκτίμησή τους για την επίδραση της εξ αποστάσεως εργασίας στη λειτουργία των επιχειρήσεων, η απάντηση «Έβλαψε την επιχείρηση», παρότι συγκεντρώνει το χαμηλότερο ποσοστό, αυτό εμφανίζεται αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση (12,6% από 8,6%), ενώ η αντίστοιχη «Ωφέλησε την επιχείρηση» εμφανίζεται με μειωμένο ποσοστό (20,3% από 27,1%). Το ποσοστό της απάντησης «Ούτε ωφέλησε – ούτε έβλαψε» μειώθηκε από 40% σε 33,6% ενώ αυτό της «Σε κάποια σημεία ωφέλησε και σε άλλα έβλαψε» αυξήθηκε από 24,3% σε 33,6%. Η εικόνα επιβεβαιώνεται και από τις απαντήσεις αναφορικά με την «παραγωγικότητα» της εξ αποστάσεως εργασίας, καθώς παρά το ότι η απάντηση «Ούτε περισσότερο – ούτε λιγότερο παραγωγική από την εργασία με φυσική παρουσία» εξακολουθεί να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό απαντήσεων (μειωμένο από 51,4% σε 45,1%), ωστόσο η απάντηση «Λιγότερο παραγωγική» αυξάνει το ποσοστό της από 25,7% σε 36,6% ενώ η «Περισσότερο παραγωγική» μειώνεται από το 22,9% στο 18,3% των απαντήσεων. 

Προσδοκίες για το μέλλον

Στον τομέα των προσδοκιών για το μέλλον εμφανίζεται ένα εξαιρετικά ασυνήθιστο φαινόμενο, αυτό της ταυτόχρονης αύξησης των ποσοστών τόσο της αισιοδοξίας, όσο και της απαισιοδοξίας. Δεδομένης μάλιστα και της έντασης του φαινομένου, δημιουργείται η εκτίμηση για «πόλωση» των απόψεων μεταξύ της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας γύρω από τους δύο «άξονες» αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας. 

Πιο συγκεκριμένα, το 37,6% εκτιμά ότι θα υπάρξει αύξηση του αριθμού των εργαζομένων (σε σχέση με 26.1% στην προηγούμενη μέτρηση) ενώ μόλις 22,4% εκτιμά ότι θα υπάρξει πτώση (σε σχέση με το 34,3% του α’ εξαμήνου του 2020). Επίσης, σχεδόν δύο στις τρεις επιχειρήσεις εκτιμούν ότι θα μπορέσουν να δώσουν κάποια – έστω και μικρή – αύξηση στον μισθό των εργαζομένων μέσα στο επόμενο εξάμηνο, ακόμη και αν σχεδόν οι μισές δεν έδωσαν αύξηση τους προηγούμενους έξι μήνες. Ξεκάθαρη αύξηση παρουσιάζει το γενικό ποσοστό αισιοδοξίας: το 47,6% δηλώνει αισιόδοξο για το μέλλον της επιχείρησής του (σε σχέση με 45,5% το προηγούμενο εξάμηνο) και το 12,7% πολύ αισιόδοξο (σε σχέση με το 8,2% στην προηγούμενη μέτρηση). Συνολικά, το ποσοστό αισιοδοξίας («αισιόδοξος» και «πολύ αισιόδοξος») διαμορφώνεται σε 60,3%, μία σημαντική αύξηση σε σχέση με το 53,7% του προηγούμενου εξαμήνου. Η εικόνα συμπληρώνεται από την αύξηση στο ποσοστό απαισιοδοξίας («απαισιόδοξος» και «πολύ απαισιόδοξος») από 13,4% στην προηγούμενη μέτρηση σε 19% στη παρούσα. Φαίνεται ότι η όποια «αβεβαιότητα» υπήρχε για το μέλλον στο προηγούμενο εξάμηνο έχει πια κατασταλάξει και έχει τοποθετηθεί είτε ως αισιοδοξία είτε ως απαισιοδοξία.

Μάθετε περισσότερα για τα εταιρικά μας προγράμματα σήμερα.

Διάβασε ακόμα:

Έρευνα: Αύξηση του burnout λόγω της πανδημίας

Έρευνα: Το Performance Management στο επίκεντρο

Author(s)

  • Ελίζα Σακκά

    Content Editor

    Η Ελίζα Σακκά είναι content editor και social media manager.